Το πρώτο συμπέρασμα που συνεπάγεται από την προχθεσινή απόφαση της Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών είναι ότι το Βερολίνο υπέβαλε πλήρως τις θέσεις του για αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, επισύροντας μάλιστα αυτόματες κυρώσεις για τα απείθαρχα κράτη που φτάνουν μέχρι και την έξοδο από το ευρώ.
Με εκβιαστικά διλήμματα ή όχι είναι σαφές ότι η κ. Μερκελ πέτυχε να σύρει στο άρμα της εκόντες άκοντες, από τον κ. Σαρκοζί μέχρι τους πιο ανίσχυρους της Ευρώπης.
Μια δεύτερη, πιο προσεκτική προσέγγιση της γερμανικής στρατηγικής αποκαλύπτει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ότι πίσω από την απόλυτη επικυριαρχία της Γερμανίας σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο κρύβονται στο ψέμα και την υποκρισία.
Είναι πραγματικά εκπληκτικό ότι, την ώρα που για τους άλλους επιβάλλεται αυστηρή διατήρηση του ελλείμματος κάθε κράτους έως και 3% του ΑΕΠ, ο γερμανικός νόμος του 2009 δεν προβλέπει απότομη αλλά σταδιακή μείωση των ελλειμμάτων του ομοσπονδιακού προυπολογισμού με ορίζοντα το 2016, ενώ στα ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας δίνεται, μάλιστα το περιθώριο να προσαρμόσουν τα δημοσιονομικά τους έως το 2020.
Ο περίφημος «χρυσός κανόνας» έχει μετατραπεί από την κ. Μερκελ σε εφαρμογή άλλων μέτρων και άλλων σταθμών μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης. Από τη μία η Γερμανία πνίγει την Ε.Ε την ύφεση και, από την άλλη, ακολουθεί μια άλλη, ευνοικότερη συνταγή για τους δικούς της υπηκόοους.
Το πρόβλημα είναι ότι η κ. Μερκελ προσποιείται πως δεν καταλαβαίνει ότι τα πλεονάσματα της Γερμανίας είναι τα ελλείμματα των άλλων Ευρωπαίων, στους οποίους επιχειρεί να επιβάλει αυτά που η ίδια δεν πιστεύει ότι πρέπει να εφαρμοστούν στη χώρα της.
Είναι φανερό ότι η τακτική αυτή του Βερολίνου είναι καθαρά διχαστική, αφού αντί να επιφέρει την πλήρη δημοσιονομική , οικονομική ενοποίηση των χωρών της ευρωζώνης, κινδυνεύει να οδηγήσει σε διάσπαση , στέλνοντας εκτός ευρώ τις άλλες χώρες που δεν θα καταφέρουν αν επιτύχουν τους δύσκολους στόχους, τους οποίους όμως δεν καλείται να πιάσει η ίδια η Γερμανία.
ΕΤ