Τα ξημερώματα της Πέμπτης οι Έλληνες πολίτες φορτώθηκαν το βάρος μιας νέας συμφωνίας, αφού τα ανταλλάγματα που επέβαλαν οι Ευρωπαίοι εταίροι στη χώρα μας δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητα.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν έχει μόνο μια ανάγνωση, όπως προσπαθούν εναγωνίως να μας πείσουν οι υπουργοί της κυβέρνησης και τα δημοσιογραφικά «εξαπτέρυγά» τους.
Οι πραγματικές διαστάσεις όλων όσων υπέγραψαν ο πρωθυπουργός κ. Γ.Παπανδρέου και ο υπουργός οικονομικών κ. Ευαγγ. Βενιζέλος, θα φανούν έπειτα από λίγο καιρό, όπως έγινε εξάλλου και με την απόφαση της 21ης Ιουλίου, οι αδυναμίες της οποίας φάνηκαν αργότερα.
Η μόνιμη πλέον εποπτεία από την τρόικα, είναι μια σαφής ομολογία αποτυχίας της κυβέρνητικής πολιτικής. Η επιτήρηση – εποπτεία της χώρας θα διαρκέσει όσο και η υλοποίηση του πρώτου Μνημονίου, του Μεσοπρόθεσμου και του νέου Μνημονίου… Συνολικά πάνω από δέκα χρόνια …
Παρατείνεται, επ’ αόριστον η εφαρμοζόμενη λιτότητα μιας και στα σκαριά βρίσκεται ένα νέο Μνημόνιο ύψους 130 δισ. ευρώ
Νέα, πιο επώδυνα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αναμένεται να εφαρμοστούν πέραν όσων ήδη προβλέπονται στο Μεσοπρόθεσμο.
Με ποιο τρόπο όμως θα πετύχει η νέα συμφωνία αφού απέτυχε εκείνη του Ιουλίου, η οποία είχε παρουσιαστεί ως ένα ιστορικό βήμα για την ΕΕ και τη σωτηρία της χώρας μας;
Πως εξασφαλίζεται η γρήγορη και εθελοντική συμμετοχή των ιδιωτών στο πρόγραμμα, όταν η προηγούμενη μέσω του PSI αδυνατούσε να πετύχει τους αρχικούς στόχους της;
Έχουν άραγε κοινοποιηθεί στην ελληνική κυβέρνηση οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα;