Ο τρόπος με τον οποίο το οικονομικό επιτελείο χειρίζεται το θέμα της αύξησης του ΦΠΑ στο 23% για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες εστίασης είναι ενδεικτικός της εικόνας παράλυσης που παρουσιάζει η κυβέρνηση.
Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του μέτρου ουδείς γνωρίζει ποια προϊόντα θα επιβαρυνθούν με αυξημένο ΦΠΑ και ποια θα εξαιρεθούν, ούτε καν ο υπουργός Οικονομικών.
Το λάθος ξεκίνησε από την ευκολία με την οποία η κυβέρνηση δέχθηκε έναντι της Τρόικας τη μετάταξη χιλιάδων ειδών πρώτης ανάγκης στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ, χωρίς να συνυπολογίσει τα προβλήματα που θα δημιουργηθούν στον τουρισμό αλλά και στον κλάδο της εστίασης, που είναι από τους πλέον παραδοσιακούς της ελληνικής οικονομίας.
Τώρα ο κ. Βενιζέλος προσπαθεί να διορθώσει ένα λάθος κάνοντας το επόμενο. Όπως ανακοίνωσε, θα ληφθεί ειδική μέριμνα για τον εξαγωγικό τουρισμό, ώστε να μην επιβαρυνθεί το πακέτο που πληρώνουν οι ξένοι επισκέπτες.
Η κίνηση αυτή είναι θετική καθώς σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αυξηθεί το κόστος του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, αλλά δημιουργεί απίστευτες στρεβλώσεις στην αγορά καθώς οι ξένοι επισκέπτες ενός ξενοδοχειακού συγκροτήματος θα πληρώνουν χαμηλότερο ΦΠΑ για τις δαπάνες εστίασης έναντι των Ελλήνων επισκεπτών μίας ταβέρνας.
Ο φορολογικός παραλογισμός της κυβέρνησης θα κοστίσει ακριβά στην οικονομία. Η αύξηση του ΦΠΑ αναμένεται να προκαλέσει νέο κύμα φοροδιαφυγής από τη μη έκδοση αποδείξεων ενώ η ύφεση θα έχει ως αποτέλεσμα να μειωθούν τελικώς τα έσοδα του Δημοσίου. Επικίνδυνοι πειραματισμοί σε μία περίοδο κατά την οποία η οικονομία δεν αντέχει άλλα λάθη.
ΕΤ