Εκ των πραγμάτων το φυσικό αέριο που βρίσκεται εντός της κυπριακής ΑΟΖ (Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης) είναι στρατηγικό εργαλείο και η εκμετάλλευσή του συνιστά ζήτημα συναφές με συμμαχίες, με την οικονομία, την ανάπτυξη και με ζητήματα ασφάλειας. Η Κύπρος, για παράδειγμα, δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη ενεργειακό κέντρο.
Επιβάλλεται καθορισμός στόχου, τρόπου και μέσων υλοποίησής του. Θέλουμε πολυεπίπεδη στρατηγική.
Ειδικότερα στην παρούσα φάση, η ύπαρξη του φυσικού αερίου δεν πείθει τους Οίκους Αξιολόγησης ότι μπορούν να δημιουργηθούν άμεσες θετικές προοπτικές, οι οποίες να προσφέρουν αξιόπιστες ανάσες στην κυπριακή οικονομία, η οποία χρειάζεται διαρθρωτικές αλλαγές και διάσωση του τραπεζικού της συστήματος ως κεντρικού πυλώνα της αγοράς.
Ο Οίκος Αξιολόγησης Moody’s δεν μπορεί να δει κάτι χειροπιαστό προς αξιολόγηση εκτός του θετικού κλίματος, το οποίο, όμως, δεν είναι οικονομικά μετρήσιμο και αξιόπιστο ως προς τα αποτελέσματά του. Επειδή δε, οι καιροί είναι δύσκολοι, δικαίως ή αδίκως θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι πετρέλαιο διαθέτει και η Νορβηγία, αλλά και η Νιγηρία. Της πρώτης, οι πολίτες ευημερούν, της δεύτερης, πεινούν!
Οι αξιολογήσεις και οι συμμαχίες
Προσφάτως, ο Οίκος Αξιολόγησης Moody’s είχε επαφές με την κυπριακή Κυβέρνηση και δη με το Υπουργείο των Οικονομικών. Και η θέση των Moody’s ήταν σαφής: Επί του παρόντος η εξεύρεση φυσικού αερίου δεν μπορεί να ληφθεί ως θετική και μετρήσιμη για την οικονομία του τόπου παράμετρος, υπό την έννοια ότι τα πάντα, ακόμη και οι διαδικασίες βρίσκονται σε αρχικά στάδια, χωρίς να έχουν τεθεί τα θεμέλια για την υλοποίηση στόχων. Δηλαδή:
1. Δεν έχει αποφασιστεί εάν ο αγωγός θα έρχεται από τα οικόπεδα Ταμάρ και το Λεβιάθαν στο Βασιλικό για υγροποίηση ή εάν ο δικός μας αγωγός, όπως οι Βρετανοί θα προσδοκούσαν, θα περάσει στην Τουρκία!
2. Ακόμη δεν έχει επιλυθεί το ζήτημα της ασφάλειας σε μια ιδιαιτέρως ευαίσθητη περιοχή, με τον κίνδυνο τρομοκρατικών κτυπημάτων να εγκυμονεί συνεχώς.
3. Δεν έχουν γίνει επαρκείς μελέτες ούτε υπάρχει σχεδιασμός υποδομών ασφάλειας και εκμετάλλευσης, ενώ συναφείς είναι και οι νομοθετικές με τα ζητήματα αυτά ρυθμίσεις, καθώς και οι διαρθρωτικές εντός του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας αλλαγές, που προϋποθέτουν τη σύσταση δυο υφυπουργείων: Ενέργειας και Ανάπτυξης.
Είναι, δε, αντιληπτό ότι η εμπλοκή του Υπουργείου Άμυνας είναι απολύτως αναγκαία. Και εκεί επιβάλλεται νέος σχεδιασμός αφού, όπως είχε επισημάνει σε δημόσια εκδήλωση στην Πάφο τον περασμένο Οκτώβριο ο αντιστράτηγος εν αποστρατεία Ανδρέας Πενταράς, η κυριαρχία και ο χώρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι πενταπλάσιος στη θάλασσα απ’ ό,τι στην ξηρά!
Εκεί βρίσκεται ο πλούτος της. Συνεπώς, θα πρέπει να ιδωθεί και να εξεταστεί ο ρόλος πλέον του πολεμικού ναυτικού και των μέσων που σήμερα διαθέτει, και που θα πρέπει μελλοντικά να διαθέτει, σε σχέση με στρατηγικές συμμαχίες οι οποίες μπορούν να συναφθούν με την Ελλάδα και το Ισραήλ στη λογική του ενιαίου άξονα των τριών αυτών χωρών με κατεύθυνση προς την Ε.Ε.
Κυπριακό μοντέλο
Η ΥΠΟΘΕΣΗ του φυσικού αερίου επιβάλλει έναν γενικό στρατηγικό ανασχεδιασμό, που θα πρέπει να περιλαμβάνει:
1. Διαρθρωτικές αλλαγές στα εμπλεκόμενα υπουργεία, από το Οικονομικών, το Εμπορίου και Βιομηχανίας ώς το Άμυνας, καθώς και επιστράτευση των τομέων της ναυτιλίας, της οικολογίας και της παροχής υπηρεσιών, καθώς και άλλων.
2. Νομοθετικό πλαίσιο, ταχύτητα και αξιοπιστία στην παροχή υπηρεσιών, που σημαίνει ενίσχυση των συναφών τομέων και δη του τραπεζικού συστήματος, το οποίο έχει πληγεί από την κρίση. Μετρά τις ζημιές του και για την επιβίωσή του είναι στην παρούσα φάση αναγκαία η κεφαλαιουχική επάρκεια του 9%, όπως η ίδια η Ε.Ε. έχει καθορίσει, προκειμένου να υπάρχει ασφάλεια και αξιοπιστία.
3. Την εμπέδωση σε όλους τους τομείς του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα των εννοιών στη θεωρία και στην πράξη τής γεωστρατηγικής, της γεωπολιτικής και της γεωοικονομίας καθώς και της ενέργειας και των συναφών με αυτήν μοντέλων ανάπτυξης, μακράν όμως της γνωστής εύκολης λογικής της μετεμφύτευσης. Διότι, διαφορετικές είναι η πολιτική, οικονομική και κοινωνική νοοτροπία, όπως και το διεθνές περιφερειακό περιβάλλον στη Νορβηγία και διαφορετική είναι η περίπτωση της Κύπρου.
Συνεπώς, στη δική μας περίπτωση αυτό το οποίο πρέπει να διαμορφώσουμε είναι ένα κυπριακό ενεργειακό μοντέλο, που θα λαμβάνει μεν υπόψη άλλα μοντέλα αλλά για να είναι πετυχημένο και αξιόπιστο, θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες της κυπριακής πραγματικότητας.
Αποτρεπτικό τείχος
Η ΚΥΠΡΟΣ, άλλωστε, βρίσκεται σε μια ιδιαιτέρως ευαίσθητη περιοχή και τελεί υπό μόνιμη απειλή αμφισβήτησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, ακόμη και αυτής της ΑΟΖ από την Τουρκία, η οποία θέλει να καταστεί περιφερειακή δύναμη και ο κεντρικός χώρος των ενεργειακών αρτηριών ούτως ώστε να προβάλλει, όπως τώρα εαυτήν, ως απαραίτητη για την Ε.Ε., τη Ρωσία και τις ΗΠΑ γεωπολιτική δύναμη.
Συνεπώς, πέραν των καθαρά οικονομικών διαστάσεων, θα πρέπει να εξεταστούν σε βάθος τα γεωστρατηγικά και άλλα συμφέροντα. Η ελληνική, για παράδειγμα, ΑΟΖ στην περιοχή του Καστελορίζου δεν καθορίστηκε ακόμη γιατί η Τουρκία την θέτει σιωπηρώς ως «casus belli» καθότι της ανατρέπει τους δικούς της στρατηγικούς σχεδιασμούς σε δυο συναφή μεταξύ τους επίπεδα:
1. Της ανάδειξής της σε περιφερειακή δύναμη.
2. Της καθιέρωσής της ως κεντρικού ενεργειακού κόμβου.
Ο καθορισμός ελληνικής ΑΟΖ αφενός αποκόπτει την Τουρκία από την Αίγυπτο, αφετέρου οδηγεί στη σύζευξη του ενεργειακού – γεωπολιτικού και γεωοικονομικού, γεωστρατηγικού χώρου Κύπρου – Ελλάδας. Η εξέλιξη αυτή ανατρέπει την αναθεωρητική τουρκική πολιτική και στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, που θέλει κυρίως την περιοχή από τη Μαρμαρίδα ως τη Αλεξαντρέττα να καθίσταται τουρκική λίμνη, όπως έχει ήδη δηλώσει ο Ταγίπ Ερντογάν. Μια στρατηγική η οποία οικοδομήθηκε βήμα – βήμα προ καιρού και συνδέθηκε με τον τομέα της ενέργειας.
Η σύζευξη, λοιπόν, Κύπρου και Ελλάδας μέσω των ΑΟΖ αφενός δημιουργεί μια κοινωνία ελληνικών και κυπριακών, κυρίως, συμφερόντων από το Αιγαίο ώς την Κύπρο και ενισχύει τον άξονα με το Ισραήλ, αφετέρου υψώνει αποτρεπτικό τείχος και σπρώχνει την Τουρκία στα δικά της παράλια, αλλάζοντας ριζικά το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό σκηνικό καθώς και τους συντελεστές ισχύος.
Εάν οι ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδα δεν συλλάβουν αυτές τις τεράστιες γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές αλλαγές που προκύπτουν από το φυσικό αέριο, θα πάει χαμένη άλλη μια φοβερή συγκυρία και ευκαιρία για να αλλάξει η μοίρα της Κύπρου και της Ελλάδας και να αποδράσουν αμφότερες αφενός από την εθνική και οικονομική μιζέρια στην οποία βρίσκονται, αφετέρου από την «τουρκική τους φινλανδοποίηση», στην οποία καταδικάστηκαν ως αποτέλεσμα της έλλειψης οράματος και συγκροτημένης στρατηγικής.
Όραμα και στρατηγική
Το φυσικό αέριο ήταν επί μακρόν ένας κρυμμένος θησαυρός εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Και τώρα, μετά την εξεύρεσή του, η Κυπριακή Δημοκρατία υποχρεούται να τον φέρει στην επιφάνεια και να τον εκμεταλλευθεί. Προσοχή: Το φυσικό αέριο από μόνο του δεν μπορεί να μας δώσει λύσεις.
Εάν η διαχείριση δεν είναι ορθή και ενταγμένη σε συγκροτημένη στρατηγική, η οποία θα λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους, που επηρεάζουν την εκμετάλλευσή του, δηλαδή τις οικονομικές, εμπορικές, ναυτιλιακές, οικολογικές και άλλες, όπως της ασφάλειας, καθώς και τις ιδιαιτερότητες της Κύπρου σε σχέση με την Τουρκία, το Ισραήλ, τη Ρωσία, την Ε.Ε., τις ΗΠΑ και τις ίδιες τις εσωτερικές εν Κύπρω μεταρρυθμίσεις, το φυσικό αέριο από μόνο του δεν μπορεί να πείσει ούτε τους Διεθνείς Οίκους αξιολόγησης, ούτε μπορεί να κάνει το όραμα πραγματικότητα. Και πώς να γίνει το όραμα πραγματικότητα, όταν επί του παρόντος δεν έχει σκιαγραφηθεί.
Δεν υπάρχει όραμα και, συνεπώς, πώς να περάσουμε στο επόμενο βήμα του σχεδιασμού και της υλοποίησής του. Διότι τι είναι στρατηγική: Είναι ο καθορισμός στόχου, ο τρόπος υλοποίησής του και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν προς την επίτευξη του στόχου. Επί του παρόντος η ευφορία που υπάρχει ως αποτέλεσμα της ανακάλυψης του φυσικού αερίου πώς μπορεί να δικαιολογήσει την ανάλογη αισιοδοξία, όταν εκτός από ρητορείες λαϊκής κατανάλωσης δεν υπάρχει ούτε σαφής στόχος, ούτε τρόποι ούτε καθορισμένα μέσα υλοποίησης για να είναι αξιόπιστη η όποια ενεργειακή πολιτική, έτσι ώστε να πείθει και εμάς και τους ξένους και δη τους Οίκους Αξιολόγησης ότι όντως είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε επιτυχώς τα δώρα της φύσης; Και ότι δεν θα συμπεριφερθούμε επιπόλαια και στη βάση του γνωστού αντιπαραγωγικού κομματικού και πολιτικού λαϊκισμού…
Συντελεστές επενδύσεων και το παράδειγμα του Ιράκ
ΕΙΝΑΙ παρακινδυνευμένη η αντίληψη ότι η εξεύρεση φυσικού αερίου επιλύει εκ των προτέρων τα οικονομικά προβλήματα της Κύπρου ή ότι οι Οίκοι Αξιολόγησης θα δουν θετικές προοπτικές χωρίς να έχουν ενώπιόν τους συγκεκριμένη λήψη μέτρων και σχεδιασμών.
Η κυπριακή οικονομία δεν δέχεται κακή αξιολόγηση από τους Διεθνείς Οίκους μόνο επειδή οι τράπεζές της είναι εκτεθειμένες στα ελληνικά ομόλογα, αλλά και ένεκα της αναποφασιστικότητας την οποία είχε επιδείξει η κυπριακή Κυβέρνηση στη λήψη μέτρων και στην αδυναμία υποβολής ενός αξιόπιστου μοντέλου ανάπτυξης, το οποίο θα λειτουργεί συμπληρωματικά και ενισχυτικά στα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας, θα τονώνει την αγορά, θα την απεγκλωβίζει από την ύφεση και θα δημιουργεί συνθήκες ανάκαμψης και ανάπτυξης με νέες θέσεις εργασίας και καταπολέμησης της ανεργίας.
Επιβάλλεται, λοιπόν, αύξηση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στη λογική του λιγότερου κράτους, το οποίο δεν μπορεί να δαπανά το 47% π.χ. του ΑΕΠ στη δημόσια υπηρεσία, η οποία θα πρέπει να τεθεί σε νέα βάση με νέες κλίμακες και νέες δομές, σύστημα πρόσληψης, αξιολόγησης και λειτουργίας για να είναι παραγωγική και ευέλικτη. Από την άλλη, η Κύπρος θα πρέπει να εκμεταλλευτεί σε σχέση και με το φυσικό αέριο και τον ρόλο τον οποίο θέλει η ίδια να διαδραματίσει εντός της Ε.Ε. προ και μετά τη λύση ως ενεργειακό, δηλαδή, κέντρο και ως αξιόπιστο κράτος - κλειδί για τα κοινοτικά και άλλα συμφέροντα.
Η στέρεη οικονομία, το αξιόπιστο νομοθετικό σύστημα και η ασφάλεια συνιστούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την ορθολογιστική εκμετάλλευση του φυσικού αερίου και την προσέλκυση επενδυτών. Εκτός του παραδείγματος της Νιγηρίας, έχουμε και εκείνο του Ιράκ. Παρότι μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι είναι ακραίο, το Ιράκ συνιστά μεν μιαν από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγές χώρες, όμως η εσωτερική του κατάσταση δεν είναι ακόμη σταθερή και ασφαλής για να προσελκύσει τις επενδύσεις εκείνες που θα βγάλουν τη χώρα από τα αδιέξοδα.
Δρ. των διεθνών σχέσεωνΓιάννος Χαραλαμπίδης
sigma